Ένα ελαστομερές είναι ένα πολυμερές με ιξωδοελαστικότητα (που έχει ταυτόχρονα ιξώδεα και αλαστηκότητα) και πολύ ασθενείς διαμοριακές δυνάμεις και γενικά έχει χαμηλό Μέτρο Young και υψηλή έλλειψη τάσης συγκρινόμενο με άλλα υλικά.
Ο όρος που προέρχεται από το ελαστικό
πολυμερές, χρησιμοποιείται συχνά εναλλακτικά με τον όρο συνθετικό καουτσούκ, αν
και ο δεύτερος προτιμάται όταν αναφέρεται στον βουλκανισμό.
Παραδείγματα ελαστομερών (Ακόρεστα ελαστικά)
που μπορούν να σκληρυνθούν με θείο:
NR- Φυσικό πολυισοπρένιο
IR- Συνθετικό πολυισοπρένιο
BR- Πολυβουταδιένιο
CR - Ελαστικό Χλωροπρένιο
SBR - Ελαστικό στυρενίου-βουταδιενίου (συμπολυμερές
του στυρενίου και βουταδιένιου)
NBR - Ελαστικό νιτριλίου (συμπολυμερές του
βουταδιενίου και ακρυλονιτριλίου)
HNBR - Υδρογονομέρνα ελαστικά νιτριλίου
Παραδείγματα ελαστομερών (κορεσμένα ελαστικά) που
δεν μπορούν να σκληρυνθούν με βουλκανισμό με θείο:
EPM - ελαστικό αιθενίου-προπενίου
EPDM - ελαστικό αιθενίου-προπενίου διενίου,
Τα ελαστομερή έχουν ταξινομηθεί σε ομάδες
ανάλογα με την ομοιότητα των ιδιοτήτων και των εφαρμογών. Οι τύποι καουτσούκ
που έχουν τυποποιηθεί (ASTM D 2000, SFS 3551, SIS 162602) είναι:
type
|
|
|
|
61
|
NR
|
natural rubber
|
|
IR
|
polyisoprene rubber
|
|
SBR
|
styrene-butadiene rubbers
|
|
62
|
IIR
|
Butyl rubber
|
|
CIIR
|
chlorobutyl rubbers
|
|
BIIR
|
bromobutyl rubbers
|
|
63
|
NBR
|
Nitrile rubber
|
|
631
|
HNBR
|
Hydrogenated nitrile rubber
|
|
632
|
NBR/PVC
|
nitrile rubber blended with
polyvinylchloride
|
|
64
|
CR
|
Chloroprene rubber
|
|
65
|
ACM
|
Polyacrylic rubbers
|
|
66
|
AU, EU
|
Polyurethane rubbers
|
|
67
|
FPM
|
fluorocarbon rubbers
|
|
68
|
Q
|
Silicone rubbers
|
|
69
|
CO, ECO, GECO
|
Epichlorohydrin rubbers
|
|
70
|
EPM, EPDM
|
ethylene-propylene rubbers
|
|
|
|
|
|
|
CM
|
chlorinated polyethylene
|
|
|
CSM
|
chlorosulphonated polyethylene
|
|
|
EVA
|
ethylenevinylacetate copolymer
|
|
|
BR
|
butadiene rubber
|
|
|
XNBR,
|
carboxylated nitrile-butadiene rubber
|
|